Ήθελε να φύγει. Να κλείσει τα μάτια και όταν τα ανοίξει, να μην υπάρχει δίπλα της εκείνος. Ήθελε να σταματήσει να πονάει, να σταματήσει να αναρωτιέται γιατί, πριν χάσει ολοκληρωτικά τον εαυτό της.
«Δέκα χρόνια υπέφερα. Φτάνει. Σήμερα είναι η τελευταία μέρα που είμαι αιχμάλωτη σε τούτο το νησί».
Όταν την είδε για πρώτη φορά, νόμιζε ότι ήταν αποκύημα της φαντασίας του. Όταν αντίκρυσε και δεύτερη φορά τη φιγούρα της, ήταν σίγουρος ότι κινδύνευε. Όταν την πλησίασε, κατάλαβε ότι θα έκανε ό,τι χρειαζόταν για να τη σώσει.
Ευγενία και Λευτέρης. Μία γυναίκα που είχε χάσει την πίστη της στους ανθρώπους.